Η νόσος COVID-19 προκαλείται από τον κορονοϊό SARS-CoV-2. Η νέα ασθένεια παρατηρήθηκε για πρώτη φορά στην Κίνα τον Δεκέμβριο του 2019 στην πόλη Γουχάν της επαρχίας Χουμπέι και έκτοτε εξαπλώθηκε σε όλο τον κόσμο. Μέχρι σήμερα έχουν καταγραφεί περίπου 3,5 εκατομμύρια θάνατοι από το νέο ιό παγκοσμίως, εκ των οποίων περίπου 11000 αφορούν την Ελλάδα. Ο ιός είναι ιδιαίτερα μεταδοτικός και κύρια οδός μετάδοσης είναι τα μικρά σταγονίδια που παράγονται κατά το βήχα, το φτέρνισμα ή την ομιλία. Ο ιός είναι πιο μεταδοτικός κατά τις πρώτες τρεις ημέρες από την έναρξη των συμπτωμάτων, αν και η εξάπλωση είναι δυνατή πριν εμφανιστούν τα συμπτώματα, ακόμα και από ασυμπτωματικά άτομα. Τα πια κοινά συμπτώματα της λοίμωξης από κορονοϊό στα παιδιά είναι ο βήχας και ο πυρετός. Είναι σημαντικό όμως να γνωρίζουμε ότι τα συμπτώματα αυτά μπορεί να απουσιάζουν και η κλινική εικόνα να είναι άτυπη. Άλλα συμπτώματα που μπορεί να παρουσιαστούν είναι τα ακόλουθα: φαρυγγαλγία (πονόλαιμος), ρινίτιδα (συμφόρηση ή/και καταρροή), διάρροια, εμετός, κοιλιακό άλγος, μυαλγίες, κακουχία, επιπεφυκίτιδα, ανοσμία, εξάνθημα και δυσκολία στην αναπνοή.

Ο ρόλος των παιδιών στη μετάδοση του ιού είναι ακόμα υπό διερεύνηση. Αν και αρχικά τα μικρά παιδιά θεωρήθηκαν super spreaders – υπερμεταδότες του ιού, νεότερες μελέτες υποδεικνύουν το αντίθετο. Συγκεκριμένα, θεωρείται ότι οι έφηβοι και τα παιδιά άνω των δέκα ετών μεταδίδουν εντονότερα τον ιό σε σχέση με τα μικρά παιδιά. Ο κορονοϊός SARS-CoV-2 αποτελεί νέο κεφάλαιο στην ιατρική και συνεχώς μαθαίνουμε γι’ αυτόν. Η μελέτη της νόσου σύμφωνα με τους κανόνες της επιστημονικής έρευνας και της στατιστικής ανάλυσης των δεδομένων θα αναδεικνύει νέες γνώσεις και ακολούθως διαμορφώνονται κατευθυντήριες οδηγίες και θεραπευτικά πρωτόκολλα. Επομένως, δεν πρέπει να μας εκπλήσσουν οι αλλαγές στις οδηγίες των ειδικών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η χρήση της ιβουπροφένης (Algofren, Nurofen). Αν και αρχικά εδόθη οδηγία να μην χρησιμοποιείται η ιβουπροφένη ως αντιπυρετικό σε ασθενείς με κορονοϊό λόγω πιθανής
συσχέτισης με εκδήλωση σοβαρής νόσου, αναλυτικότερες μελέτες κατέρριψαν τη συσχέτιση αυτή και η οδηγία αυτή αποσύρθηκε.

Σχετικά λίγα κρούσματα του νέου κορονοϊού έχουν διαγνωστεί σε παιδιά και η πλειονότητα αυτών των περιπτώσεων είναι ήπια. Η ανωριμότητα του ανοσοποιητικού των παιδιών καθώς και διαφορές στο σημείο εισόδου του ιού στα πνευμονικά κύτταρα μπορεί να συσχετίζονται με αυτό. Σε έκθεση 55.924 επιβεβαιωμένων εργαστηριακών περιπτώσεων COVID-19 στην Κίνα, μόνο το 2,4% αφορούσε παιδιά και εφήβους ηλικίας 19 ετών και κάτω. Σε μία μελέτη που αφορούσε περίπου 2000 κρούσματα παιδιών θετικών στον κορονοϊό στην Κίνα το 4% ήταν ασυμπτωματικά, το 51% είχε ήπια συμπτώματα, το 39% είχε νόσο μέτριας βαρύτητας, το 6% των παιδιών εμφάνισε σοβαρή νόσο, ενώ σημειώθηκε ένας μόνος θάνατος που αφορούσε έφηβο 14 ετών. H παρουσία σοβαρού υποκείμενου νοσήματος και η βρεφική ηλικία αποτελούν παράγοντες κινδύνου για εκδήλωση σοβαρής νόσου από κορονοϊό στα παιδιά.

Δεν υπάρχει ειδική φαρμακευτική θεραπεία για τη λοίμωξη από το νέο κορονοϊό στα παιδιά. Η θεραπεία είναι συμπτωματική και υποστηρικτική. Στα παιδιά με σοβαρή νόσο που νοσηλεύονται δίδεται οξυγονοθεραπεία και χορηγούνται διάφοροι συνδυασμοί αντιικών, κορτικοστεροειδών και βιολογικών παραγόντων. Αντιβιοτικά χορηγούνται σε περίπτωση συλλοίμωξης ή επιμόλυνσης από βακτήρια. Στη χώρα μας τα νέα εμβόλια έναντι του κορονοϊού χορηγούνται μόνο σε ενήλικες. Πρόσφατα στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής εγκρίθηκε η χορήγηση του εμβολίου της εταιρίας Pfizer-BioNTech σε παιδιά άνω των 12 ετών. Η χορήγηση των νέων εμβολίων στα μικρά παιδιά απαιτεί περισσότερες μελέτες σχετικά με την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητά τους. Επιπροσθέτως, προς το παρόν δεν υπάρχουν στοιχεία που να υποδεικνύουν την αναγκαιότητα χορήγησης των νέων εμβολίων σε υγιή μικρά παιδιά. Αντίθετα, ο εμβολιασμός των ενηλίκων είναι απαραίτητος για την απόκτηση της ανοσίας της αγέλης.

Νέο σύνδρομο πολυσυστηματικής φλεγμονώδους κατάστασης (MIS–C) στα παιδιά συνδέεται με τη λοίμωξη από το νέο ιό. Το σύνδρομο αυτό αποτελεί μεταλοιμώδη φλεγμονώδη αντίδραση και είναι σπάνιο. Προκαλεί σοβαρότατη κλινική εικόνα με επιπτώσεις σε πολλά όργανα, συμπεριλαμβανομένων και αλλοιώσεων στην καρδιά. Η αντιμετώπιση του συνήθως απαιτεί εισαγωγή σε μονάδα εντατικής νοσηλείας. Αναμένονται περισσότερες μελέτες που θα διαφωτίσουν σχετικά με το νέο αυτό σύνδρομο.

Η σχολαστική τήρηση των μέτρων αποφυγής της νόσου είναι δύσκολη για τους γονείς με μικρά παιδιά για ευνόητους λόγους, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι δε χρησιμοποιούμε ποτέ μάσκα σε παιδιά κάτω των δύο ετών. Η χρήση μάσκας στα παιδιά είναι ασφαλής, αλλά η ορθή χρήση της αποτελεί πρόκληση ειδικά στα μικρά παιδιά. Η υφασμάτινη μάσκα προτείνεται μόνο για υγιή παιδιά και δεν πρέπει να χρησιμοποιείται από παιδιά με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα, τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούν απλή χειρουργική μάσκα. Η χρήση μάσκας στα παιδιά κατά την άθληση δε συστήνεται. Τα παιδιά άνω των 12 ετών πρέπει να χρησιμοποιούν μάσκα όπως ακριβώς οι ενήλικες, ενώ τα μικρότερα παιδιά προτείνεται να φορούν μάσκα υπό επίβλεψη ενήλικα. Η χρήση μάσκας δεν αποτελεί πανάκεια αν δε χρησιμοποιείται σωστά. Επομένως, στα σχολεία είναι επιβεβλημένη η ανάγκη για λήψη περαιτέρω μέτρων προστασίας για τους μικρούς μαθητές, όπως η μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τάξη, ο συχνός αερισμός, χωριστά διαλείμματα κτλ. Εξαιρούνται από τη χρήση μάσκας παιδιά με γνωσιακή, αναπτυξιακή, ψυχική διαταραχή ή διαταραχή συμπεριφοράς καθώς και παιδιά με σοβαρό νευρολογικό ή μυϊκό ή άλλο νόσημα που τα εμποδίζει να χειριστούν τη μάσκα τους. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι γονείς πρέπει να ενθαρρύνουν τα παιδιά να χρησιμοποιούν τη μάσκα με σωστό τρόπο και να μη δίνουν αντικρουόμενα μηνύματα. Η επαρκής πληροφόρηση των παιδιών με τρόπο κατάλληλο για κάθε ηλικία, η χρήση μάσκας από τους γονείς και η επιβράβευση της τήρησης των κανόνων υγιεινής βοηθούν προς αυτή την κατεύθυνση. Η διενέργεια self-test ανά εβδομάδα αποτελεί πρόσφατο μέτρο στη χώρα μας
προκειμένου να αναγνωρίζονται ασυμπτωματικά παιδιά και εκπαιδευτικοί. Τα self-test δεν είναι αξιόπιστα 100% και επί θετικού αποτελέσματος πρέπει να διενεργείται έλεγχος μοριακός για επιβεβαίωση. Επιπλέον, δεν πρέπει να υπάρχει εφησυχασμός όταν το self-test είναι αρνητικό, ιδίως όταν υπάρχουν συμπτώματα συμβατά με λοίμωξη από κορονοϊό.  Συμπερασματικά, μπορούμε με ασφάλεια να πούμε ότι τα παιδιά δεν κινδυνεύουν από το νέο κορονοϊό καθώς η πιθανότητα για σοβαρή νόσο είναι μικρή. Η εκμάθηση των κανόνων υγιεινής και κοινωνικής απόστασης αποτελεί πρόκληση για γονείς και τα μικρά παιδιά. Οι ψυχοκοινωνικές επιπτώσεις της πανδημίας στις παιδικές ψυχές δημιουργούν ανησυχία. Ευχή όλων αποτελεί η ταχεία επιστροφή στην κανονικότητα.